Το Βιοαέριο θεωρείται ως καθαρό και ανανεώσιμο καύσιμο και παράγεται από την αναερόβια ζύμωση οργανικού υλικού. Το Βιοαέριο μπορεί να παραχθεί από πρώτες ύλες όπως γεωργικά υπολείμματα, κοπριά, αστικά απόβλητα, φυτικά υλικά, απόβλητα βιολογικού καθαρισμού, χλωρά υπολείμματα η υπολείμματα τροφών.
Η παραγωγή Βιοαερίου εδράζεται μεταξύ της διαχείρισης των υπολειμμάτων, της παραγωγής ενέργειας και της αγροτικής πολιτικής και μπορεί να επιφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα όπως:
- βοηθάει στην μετατροπή των υπολειμμάτων της ζωικής παραγωγής σε θερμότητα και ενέργεια
- μειώνει τις εκπομπές μεθανίου από την αποθήκευση της κοπριάς, καθώς και τις εκπομπές οξειδίων του αζώτου κατά την διασπορά της κοπριάς στα χωράφια
- βελτιώνει την αξία του Αζώτου ως στοιχείου λιπάνσεως στην επεξεργασμένη κοπριά, και
- συμβάλλει ουσιαστικά στην βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη
Αν και αυτά τα οφέλη γενικά συνδέονται με την παραγωγή βιοαερίου (κεντρικά σχεδιαζόμενη η αποκεντρωμένη), η προσέγγιση παραγωγής βιοαερίου από τις τοπικές κοινότητες, η οποία και προωθείται από το έργο ISABEL, είναι αυτή που προσφέρει την δυνατότητα να ευεργετηθούν οι τοπικές κοινωνίες από τα περιγραφόμενα οφέλη (π.χ. αύξηση της παραγωγής βιοαερίου μέσω νέων αναπτυξιακών έργων, αύξηση της συμμετοχής των ενδιαφερομένων μερών και της αποδοχής της σε έργα βιοαερίου). Πρέπει να σημειωθεί ότι μέσω του πλαισίου του έργου ISABEL, αναφερόμαστε και σε δεύτερης γενιάς τεχνολογίες βιοαερίου που αντιμετωπίζουν πολλούς από τους περιορισμούς των τεχνολογιών πρώτης γενιάς.